ΙΣΤΟΡΙΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ

Ενωτικό Δημοψήφισμα | Η πρώτη προσπάθεια της Λευκωσίας για διεθνοποίηση της Ένωσης
Defence Redefined
Published on 15/01/2021 at 18:21

Το Ενωτικό δημοψήφισμα που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 1950, βάσει όπου στο οποίο οι Ελληνες της Κύπρου κλήθηκαν να τοποθετηθούν ως προς την επιθυμία τους ή μη για Ενωση με την Ελλάδα αποτέλεσε γεγονός “σταθμό” στη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. 

Αρκετοί αναλυτές, μεταφράζουν το δημοψήφισμα ως την πρώτη ουσιαστική προσπάθεια της Λευκωσίας για διεθνοποίηση του αιτήματος της Ενωσης, αποτελώντας συνέχεια προηγούμενων προσπαθειών όπως τα γεγονότα του Οκτωβρίου 1931. Παράλληλα το δημοψήφισμα αποτέλεσε και προϊόν απογοήτευσης των Ελλήνων του νησιού οι οποίοι, μετά και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις διακηρύξεις των νικητών περί ελευθερίας, για άλλη μια φορά αντιμετώπιζαν την άρνηση του Λονδίνου σε σχέση με το αίτημά τους για την Ενωση με τον Εθνικό Κορμό. 

Ο κύριος στόχος του δημοψηφίσματος ήταν η άσκηση πολιτικής πίεσης προς την Αθήνα, που τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν επιφυλακτική ως προς τη διεθνοποίηση του ζητήματος.

Διαβάστε επίσης: Κυριάκος Μάτσης | Ο “Μιλτιάδης” της ΕΟΚΑ, που προτίμησε τον θάνατο παρά την παράδοση – VIDEO

Συμμετείχε το 95,7% των Ελληνοκυπρίων

Η ιδέα για διενέργεια δημοψηφίσματος συζητήθηκε για πρώτη φορά και ανακοινώθηκε από την τότε κυπριακή αριστερή πτέρυγα του πολιτικού κόσμου. Η απόφαση της τότε ηγεσίας του ΑΚΕΛ εντασσόταν στο πλαίσιο της νέας πολιτικής του για Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα, σε αντίθεση με τη μέχρι και το καλοκαίρι του 1949 διακηρυγμένη πολιτική του κόμματος για Αυτοκυβέρνηση – Ενωση. Η νέα πολιτική του κόμματος ήταν το αποτέλεσμα συνάντησης στελεχών του ΑΚΕΛ με τον ηγέτη του ΚΚΕ Ζαχαριάδη το φθινόπωρο του 1948. 

Την ιδέα για διενέργεια δημοψηφίσματος υλοποίησε τελικά, σε κάπως διαφορετική μορφή, η Κυπριακή Εκκλησία. Πιο συγκεκριμένα, η Ιερά Σύνοδος, σε συνεδρία της την 18η Νοεμβρίου 1949, με τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ΄ να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο, αποφάσισε τη διενέργεια δημοψηφίσματος.  Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄ ζήτησε από τον Βρετανό κυβερνήτη Andrew Wright όπως η αποικιακή κυβέρνηση αναλάβει τη διοργάνωσή του δημοψηφίσματος. Ο κυβερνήτης αρνήθηκε, ενώ παράλληλα η αποικιακή κυβέρνηση ενημέρωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι δεν ετίθετο θέμα αλλαγής του καθεστώτος στην Κύπρο και το όποιο αποτέλεσμα τυχόν δημοψηφίσματος δεν θα είχε κανένα απολύτως εκτόπισμα.

Λίγες μέρες αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος με εγκύκλιό του προς τον κυπριακό λαό ανακοίνωσε την  διενέργεια δημοψηφίσματος: «Κυπριακέ λαέ, καλείσαι όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος επιτελέσεις και τώρα το προς την δούλην πατρίδα σου καθήκον μετ’ ενθουσιασμού. Δι’ Ενωσιν και μόνον Ενωσιν ηγωνίσθης επί τόσα έτη. Ενωσιν και μόνον Ενωσιν καλείσαι να επισφραγίσεις διά της ψήφου σου. Εμπρός Κύπριοι, όλοι εις τα επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος, διά την εθνικήν μας αποκατάστασιν, διά την Ενωσιν με την αθάνατον Μητέρα Ελλάδα». Την πρωτοβουλία της Εθναρχίας στήριξε σθεναρά η Αριστερά.

Διαβάστε επίσης: 18 Μαΐου 1977 | Διεθνής Ημέρα Μουσείων – Ψηφιακή “επίσκεψη” στο Μουσείο Αγώνος της ΕΟΚΑ | VIDEO

Συλλογή υπογραφών

Το δημοψήφισμα που στην ουσία αποτέλεσε συλλογή υπογραφών, πραγματοποιήθηκε για δύο συνεχόμενες Κυριακές, την 15η και 22α Ιανουαρίου του 1950. Η συλλογή των υπογραφών γινόταν έξω από τις εκκλησίες μετά την κυριακάτικη δοξολογία. Οι συμμετέχοντες είχαν την επιλογή να υπογράψουν σε ένα από τα ακόλουθα δύο έντυπα: «ΑΞΙΟΥΜΕΝ, ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» ή «ΕΝΙΣΤΑΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ».

Οι συμμετέχοντες έπρεπε να υπογράψουν τέσσερις φορές έτσι ώστε να δημιουργηθούν τέσσερις τόμοι που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν πολιτικά. Συνολικά υπέγραψαν 215.108 άτομα επί συνόλου 224.757 Ελλήνων της Κύπρου που είχαν δικαίωμα συμμετοχής στο δημοψήφισμα, ποσοστό δηλαδή, 95,7%. Υπέρ υπέγραψαν και κάποιοι Τουρκοκύπριοι αν και η ηγεσία τους ήταν κάθετα ενάντια στην προοπτική της Ενωσης.

Στις 29 Ιανουαρίου, η Ιερά Σύνοδος ανακοίνωσε τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος: «Πανηγυρικώς ούτω και θριαμβευτικώς διετρανώθη και ενώπιον πάντων, ενώπιον Κυβερνήσεων και λαών, διεκηρύχθη η μοναδική, ομόθυμος, στερρά και αδάμαστος θέλησις του Ελληνικού Κυπριακού λαού… όπως ενωθή μετά της ελευθέρας Μητρός Ελλάδος».

Διαβάστε επίσης: 10 Μαΐου 1956 | Απαγχονισμός των ηρώων της ΕΟΚΑ Καραολή και Δημητρίου

Συγκρατημένη υποδοχή σε Ελλάδα, ΗΠΑ και Βρετανία

Τον Μάρτιο του 1950, η Εκκλησία της Κύπρου αποφάσισε την αποστολή πρεσβείας στο εξωτερικό, και πιο συγκεκριμένα σε Αθήνα, Λονδίνο και Νέα Υόρκη, για ενημέρωση για τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος και προώθηση του στόχου της Ενωσης με την Ελλάδα. Τα έντυπα στα οποία υπέγραψε ο κόσμος δέθηκαν και σχηματίστηκαν τέσσερις τόμοι με τις υπογραφές όλων των Κυπρίων.

Η κυπριακή αντιπροσωπεία, επισκέφθηκε πρώτα την Αθήνα, όπου στη συνάντηση με τον Ελληνα πρωθυπουργό έγινε ξεκάθαρο ότι η επίσημη Αθήνα δεν επιθυμούσε τη συγκεκριμένη στιγμή να συγκρουστεί με το Λονδίνο. Χαρακτηριστική της όλης προσέγγισης του θέματος από την ελληνική κυβέρνηση ήταν η δήλωση του αντιπροέδρου Γεωργίου Παπανδρέου: «Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν».

Στην πραγματικότητα η ελληνική κυβέρνηση είχε επιφυλάξεις ακόμα και για την  πραγματοποίηση της συνάντησης με την πρεσβεία. Η υποδοχή όμως του κόσμου και η δημοσιότητα που έλαβε το όλο θέμα στον ελληνικό Τύπο δεν άφηνε περιθώρια στην κυβέρνηση Πλαστήρα. Η κυπριακή πρεσβεία, φθάνοντας στην Αθήνα, έτυχε θερμότατης υποδοχής από χιλιάδες Ελληνες σε όλες τις πόλεις της χώρας. Ηταν η πρώτη ίσως φορά που το θέμα της Ενωσης απολάμβανε τέτοια δημοσιότητα στον ελλαδικό χώρο. Μέσα σε αυτό το πανηγυρικό σκηνικό, οι τόμοι των υπογραφών παραδόθηκαν πανηγυρικά στον πρόεδρο της Βουλής Δημήτρη Γόντικα, στις 4 Ιουλίου. Την ίδια στιγμή, η Βουλή των Ελλήνων υιοθέτησε σχετικό ψήφισμα με το οποίο εξέφραζε την πλήρη υποστήριξή της στο αίτημα των Ελλήνων της Κύπρου.

Ακολούθως η πρεσβεία μετέβη στο Ηνωμένο Βασίλειο και στο Λονδίνο, για να συναντηθεί με τη αποικιοκρατική κυβέρνηση. Όπως αναμενόταν, η απάντηση ήταν αρνητική. Διευθετήθηκαν κάποιες συναντήσεις με μέλη του βρετανικού Κοινοβουλίου και έγιναν επαφές στα βρετανικά μέσα ενημέρωσης. Τον Σεπτέμβριο, η κυπριακή πρεσβεία μετέβη στη Νέα Υόρκη. Με τη βοήθεια Ελληνοαμερικανών πολιτικών και της εκεί Αρχιεπισκοπής, διευθετήθηκαν συναντήσεις με αξιωματούχο της αμερικανικής κυβέρνησης, με αντιπροσωπείες ξένων χωρών στα Ηνωμένα Εθνη καθώς επίσης και διαφωτιστικές εκστρατείες σε αμερικανικές πόλεις. Συγκριτικά, οι επαφές στις ΗΠΑ ήταν οι πιο πετυχημένες από πλευράς συμπάθειας και κατανόησης ως προς τις θέσεις της κυπριακής πρεσβείας.

Διαβάστε επίσης: 21 Σεπτεμβρίου 1956 | Απαγχονισμός Στέλιου Μαυρομμάτη, Μιχαήλ Κουτσόφτα και Ανδρέα Παναγίδη

Πρωτοβουλία με παλλαϊκή υποστήριξη

Το δημοψήφισμα του 1950 αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της Κύπρου. Πέραν του ότι ήταν η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια για διεθνοποίηση του θέματος, ήταν και η μοναδική ίσως φορά που Εθναρχία και Αριστερά είχαν κοινό εθνικό στόχο. Ηταν ίσως μια από τις ελάχιστες στιγμές στην ιστορία της Κύπρου που μια πρωτοβουλία ετύγχανε ευρείας και παλλαϊκής υποστήριξης.

Το πώς οδηγήθηκε ο ελληνικός κυπριακός λαός στην απόφαση για τον ένοπλο αγώνα του 1955-59, συνοψίζει, με εξαιρετικό τρόπο και με την κυριολεξία της ποίησης, ο δάσκαλος-ποιητής Γιάννης Παπαδόπουλος στο ποίημά του Το γράμμα και η οδός:

“Όταν πια είδαμε κι αποείδαμε

με τα τηλεγραφήματα και τες πρεσβείες,

κλείσαμε τη μικρή ζωή μας σ’ ένα φάκελο

μικρό που να χωράει στη φούχτα μιας μαθητριούλας,

στον προβολέα ενός ποδηλάτου, στη ράχη ενός βιβλίου

και γράψαμε με κόκκινο μελάνι τη διεύθυνση:

Αξιότιμον Ελληνικόν Κυπριακόν Λαόν,

Οδός Ελευθερίας η Θανάτου,

Χωριά και Πόλεις,

Κύπρον.”

Διαβάστε επίσης: Ήταν 1η Απριλίου της ΕΟΚΑ η αρχή…

Με πληροφορίες από: Εφημερίδα “Καθημερινή” – Νίκος Χριστοδουλίδης – “Το ενωτικό δημοψήφισμα στην Κύπρο”

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ NEWSLETTER

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Pin It on Pinterest

Share This